…Και επειδή οι καιροί δε σηκώνουν ούτε από ευφυολογήματα, ούτε από πλακίτσες, θα ήθελα να ρωτήσω το εξής: έτσι στριμωγμένος που είναι ο μέσος Έλληνας και βάλλεται απ’ όλες τις μεριές, αν τον τόπο κυβερνούσαν σήμερα είτε ο Ανδρέας, είτε ο Κωνσταντίνος, (ο veritable καταλληλότερος!) αμφιβάλλει κανείς πως θα έκαναν κάτι για να τονώσουν το ηθικό του κόσμου, δίνοντάς του την (φρούδα έστω) ελπίδα ότι αύριο, μεθαύριο τα πράγματα ίσως πάνε κάπως καλύτερα; Ρισκάροντας έναν ανασχηματισμό, ή τραβώντας μερικά αυτάκια, κάτι που, αποδεδειγμένα, μπορούσαν να κάνουν και οι δυο τους;
Το κακό στις μέρες μας είναι ότι έχουμε πήξει στους πολιτικούς ρεμπεσκέδες, ανθρώπους που η μόνη τους φιλοδοξία είναι η προάσπιση και περιφρούρηση των όποιων κεκτημένων τους, δίχως όραμα για τον τόπο ή έστω τον διακαή πόθο να αφήσουν το στίγμα τους στα πολιτικά πράγματα της χώρας (αν δεν έχεις αυτό το κίνητρο, τότε γιατί στην ευχή να θέλεις να γίνεις πολιτικός, και δεν γίνεσαι κουρέας;) Ανθρώπους που, επειδή οι αντικειμενικές τους συνθήκες (υλικές και άλλες, αλλά κυρίως οι πρώτες), είναι εκ διαμέτρου αντίθετες από εκείνες του απλού ψηφοφόρου τους, αντιμετωπίζουν τον τελευταίο ωσάν περίπου Αρειανό, σαν κάτι ξένο κι απόμακρο, το οποίο σκίζονται να προσεγγίσουν μόνο στο παρά πέντε μιας εκλογικής αναμέτρησης, αν και πάλι με μοναδικό στόχο να του υφαρπάξουν την ψήφο.
Κι έχουν βρει και μια πολύ ωραία πατέντα για να ξεφεύγουν απ’ τα δύσκολα, χαρακτηρίζοντας λαϊκιστές όποιους τολμούν να διατυπώσουν (γνήσιες, κι όχι για λόγους καθαρά αντιπολιτευτικούς) ενστάσεις για τον τρόπο που ασκείται σήμερα η εξουσία στον τόπο μας. Μια όντως πολύ ωραία πατέντα, αλλά και πολύ χυδαία συνάμα, θα προσέθετα.
Κοιμούνται, λοιπόν, τον ύπνο του δικαίου οι πολιτικοί μας, και χαίρονται τα πλούτη και τα μεγαλεία τους, αδυνατώντας να καταλάβουν, τουλάχιστον απ’ ότι δείχνουν τα πράγματα, πως, όταν ένας λαός αρχίζει και χάνει την ελπίδα του, τα πράγματα γίνονται πολύ επικίνδυνα, και δημιουργούνται εκρηκτικές καταστάσεις.
Α. Μιαούλης